- εξωπυραμιδικός
- -ή, -ό1. φρ. «εξωπυραμιδικό σύστημα τού εγκεφάλου» — το τμήμα τού νευρικού συστήματος από τον φλοιό τού εγκεφάλου ώς το κάτω άκρο τού νωτιαίου μυελού2. φρ. «εξωπυραμιδική ακαμψία ή δυσκαμψία» — διαταραχή τής τονικότητας τών μυών.
Dictionary of Greek. 2013.